Τι είναι ο δείκτης υπεριώδους ακτινοβολίας (UV)

Μπορεί να έχετε ακούσει ότι υπάρχει ένας δείκτης υπεριώδους ακτινοβολίας (UV) για την πρόγνωση της ημέρας που σας λέει πότε πρέπει να βάλετε αντηλιακό. Ο δείκτης UV σάς λέει πόση υπεριώδη ακτινοβολία υπάρχει γύρω από το επίπεδο του εδάφους μια δεδομένη ημέρα και τις πιθανότητες βλάβης στο δέρμα σας.

Η υπεριώδης ακτινοβολία είναι ένα συστατικό του ηλιακού φωτός που μπορεί να προκαλέσει μαύρισμα και ηλιακό έγκαυμα βραχυπρόθεσμα. Μακροπρόθεσμα μπορεί να προκαλέσει καταρράκτη και καρκίνο του δέρματος. Το 2002, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επινόησε τον δείκτη υπεριώδους ακτινοβολίας σε μια προσπάθεια να ευαισθητοποιήσει τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο για τους κινδύνους. Ο δείκτης συνοψίζει πολλούς παράγοντες σε έναν μόνο αριθμό που σας δίνει μια ιδέα για το πόσο προσεκτικοί πρέπει να είστε στον ήλιο. Η βαθμολογία 1 ή 2 είναι χαμηλή, 3–5 είναι μέτρια, 6 ή 7 είναι υψηλή, 8–10 είναι πολύ υψηλή και 11 και άνω είναι ακραία. Αλλά από πού προέρχεται αυτός ο αριθμός;

Ο Ήλιος λούζει τη Γη με φως σε ένα φάσμα διαφορετικών μηκών κύματος και κάθε μήκος κύματος μπορεί να έχει διαφορετική επίδραση στο ανθρώπινο δέρμα. Ένα σημαντικό μέρος του φάσματος είναι η υπεριώδης ακτινοβολία: φως με πολύ μικρά μήκη κύματος για να το δουν τα μάτια μας, από περίπου 400 νανόμετρα έως 10 νανόμετρα. Υπάρχουν δύο σημαντικά είδη UV ακτινοβολίας: η UVA, με μήκη κύματος από 400–315 νανόμετρα και η UVB με μήκη κύματος από 315–280 νανόμετρα. Τα μικρότερα μήκη κύματος ονομάζονται UVC αλλά εμποδίζονται κυρίως από την ατμόσφαιρα, οπότε δεν χρειάζεται να ανησυχούμε γι’ αυτά. Η UVA και η UVB συμβάλλουν και οι δύο σε βλάβες του δέρματος, στη γήρανση και τον καρκίνο του δέρματος. Αλλά η UVB είναι η πιο επικίνδυνη: είναι η κύρια αιτία ηλιακού εγκαύματος, καταρράκτη και καρκίνου του δέρματος.

Πώς υπολογίζεται ο δείκτης UV;

Ο δείκτης UV λαμβάνει υπόψη πόση υπεριώδη ακτινοβολία διαφορετικών μηκών κύματος είναι γύρω μας και πώς καθένα από αυτά τα μήκη κύματος επηρεάζει το δέρμα μας. Υπάρχουν τεχνολογικές υπηρεσίες που διαθέτουν ένα δίκτυο αισθητήρων και μετρούν το ηλιακό φως σε διαφορετικά μήκη κύματος για τον προσδιορισμό του δείκτη, με τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο σε πραγματικό χρόνο. Αυτά τα δεδομένα συνδυάζονται με άλλες πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία, τη νέφωση και τις ατμοσφαιρικές συνθήκες για την παραγωγή χαρτών και προβλέψεων του δείκτη UV για μια ολόκληρη χώρα.

Ο δείκτης UV αναφέρεται συνήθως στο ημερήσιο μέγιστο –αυτό είναι το υψηλότερο που θα είναι για τη διάρκεια της ημέρας. Το πόσο ψηλά φτάνει εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της τοποθεσίας σας, της εποχής του χρόνου, της ποσότητας νεφών, του όζοντος και της ρύπανσης στην ατμόσφαιρα. Ο δείκτης τείνει να είναι υψηλότερος πιο κοντά στον Ισημερινό και σε μεγάλα υψόμετρα, καθώς το ηλιακό φως πρέπει να περάσει από λιγότερο αέρα πριν φτάσει στο έδαφος.

Σε ένα βρετανικό καλοκαίρι, για παράδειγμα, ο μέγιστος δείκτης UV μπορεί να είναι μεταξύ 6 και 8. Σε ένα καλοκαίρι της Αυστραλίας μπορεί να κυμαίνεται από 10 έως 14 -οι πόλεις της Αυστραλίας είναι πιο κοντά στον Ισημερινό και επιπλέον η Γη είναι λίγο πιο κοντά στον Ήλιο κατά το καλοκαίρι του νότιου ημισφαιρίου σε σχέση με το βόρειο καλοκαίρι. Το όζον επίσης παίζει ρόλο. Το στρώμα του όζοντος στην ανώτερη ατμόσφαιρα, το οποίο απορροφά λίγη UVB είναι πιο λεπτό προς το Νότιο Πόλο. Αυτό προκλήθηκε από τη χρήση χημικών ουσιών που ονομάζονται χλωροφθοράνθρακες ή CFC αλλά έχει βελτιωθεί από τότε που απαγορεύτηκαν με διεθνή συμφωνία το 1987. Παίζει ρόλο και η καθαρότητα του αέρα. Στην Αυστραλία έχει γενικά λιγότερο καπνό, σκόνη και άλλα μικροσωματίδια ρύπανσης από πολλά μέρη στο βόρειο ημισφαίριο. Ενώ αυτό κάνει τον αέρα πιο ωραίο στην αναπνοή και πιο υγιή, η ρύπανση εμποδίζει κάποια υπεριώδη ακτινοβολία.

Αλλάζει η υπεριώδης ακτινοβολία με την πάροδο του χρόνου;

Γνωρίζουμε ότι τα επίπεδα υπεριώδους ακτινοβολίας έχουν αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Στην Αυστραλία, μια μελέτη το 2011 διαπίστωσε ότι ο μέσος δείκτης υπεριώδους ακτινοβολίας είχε αυξηθεί κατά 2-6% μεταξύ της δεκαετίας του 1970 και της περιόδου 1990-2009, λόγω της καταστροφής της στιβάδας του όζοντος. Μια μελέτη της NASA βρήκε παρόμοια αποτελέσματα για το 1979-2008. Είναι δύσκολο να πούμε τι θα συμβεί στο μέλλον. Αναμένεται ότι η στιβάδα του όζοντος θα ανακάμψει κι άλλο από την επίδραση των CFC, και είναι πιθανό να μειώσει τα επίπεδα UV. Ωστόσο, αναμένεται επίσης ότι θα καίγονται λιγότερα ορυκτά καύσιμα, κάτι που θα σήμαινε λιγότερη ατμοσφαιρική ρύπανση και υψηλότερα επίπεδα UV. Από την άλλη πλευρά, μπορεί επίσης να έχουμε περισσότερες πυρκαγιές λόγω της κλιματικής αλλαγής, κάτι που θα σήμαινε περισσότερη ατμοσφαιρική ρύπανση και χαμηλότερη υπεριώδη ακτινοβολία.

Τα σύννεφα είναι επίσης πιθανό να συμπεριφέρονται διαφορετικά λόγω της κλιματικής αλλαγής, αλλά δεν είμαστε σίγουροι πώς ακριβώς. Ερευνητές στην Ιαπωνία ανακάλυψαν ότι οι μειώσεις στα σύννεφα και τα μικροσκοπικά σωματίδια στον αέρα αναμένεται να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο από την ανάκτηση της στιβάδας του όζοντος, κάτι που θα σήμαινε ότι τα επίπεδα UV είναι πιθανό να ανέβουν συνολικά. Το μέλλον των επιπέδων της υπεριώδους ακτινοβολίας εξαρτάται από το τι συμβαίνει στη στιβάδα του όζοντος, την νεφοκάλυψη και την ατμοσφαιρική ρύπανση. Παρακολουθήστε λοιπόν τις προβλέψεις και θυμηθείτε να καλύπτεστε, να φοράτε αντηλιακό, γυαλιά ηλίου και ένα καπέλο με φαρδύ γείσο και να μένετε στη σκιά όταν ο δείκτης είναι 3 ή περισσότερο.

Δείτε επίσης