Γιατί η χοληστερόλη δεν είναι παράγοντας κινδύνου στους ηλικιωμένους;

H αυξημένη χοληστερόλη του αίματος στη μέση ηλικία είναι σημαντικός προγνωστικός παράγοντες για καρδιαγγειακά συμβάντα και θανάτους. Ωστόσο, η συσχέτιση μεταξύ της υψηλής χοληστερόλης στην προχωρημένη ηλικία είναι αμφιλεγόμενη.

Ενώ η υψηλή χοληστερόλη στη μέση ηλικία σχετίζεται με υψηλότερη καρδιαγγειακή θνησιμότητα, αυτή η θετική σχέση εξασθενεί με την αύξηση της ηλικίας. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η υπερχοληστερολαιμία δεν αποτελεί παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακή θνησιμότητα σε άτομα ηλικίας άνω των 65-70 ετών.

Οι δυσλιπιδαιμίες, (η υψηλή “κακή” LDL χοληστερόλη, τα υψηλά τριγλυκερίδια και η χαμηλή “καλή” HDL χοληστερόλη), είναι παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Επιπλέον, η υψηλή χοληστερόλη έχει συσχετιστεί με ορισμένες χρόνιες εκφυλιστικές ασθένειες όπως είναι η άνοια. Αλλά ο ρόλος που παίζουν οι λιπιδικές διαταραχές ως παράγοντες κινδύνου θνησιμότητας στους ηλικιωμένους πληθυσμούς δεν είναι σαφής.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η σχέση μεταξύ της ολικής χοληστερόλης και της θνησιμότητας από κάθε αιτία ποικίλλει με την ηλικία. Παρόλο που υπάρχει θετική σχέση (υψηλή χοληστερόλη και υψηλή θνησιμότητα) στην ηλικία των 40 ετών, η κατεύθυνση του κινδύνου γίνεται πιο ασθενής και τελικά αρνητική μέχρι την ηλικία των 80 ετών (αυτοί που έχουν υψηλή χοληστερόλη έχουν χαμηλότερη θνησιμότητα). Για παράδειγμα, χαμηλές συγκεντρώσεις ολικής χοληστερόλης στο αίμα έχουν συσχετιστεί με υψηλότερη θνησιμότητα όταν υπάρχει καρδιακή ανεπάρκεια.

Η αντιστροφή του κινδύνου στα ηλικιωμένα άτομα έχει επιβεβαιωθεί από διάφορες δυτικές μελέτες. Αλλά και μια μεγάλη ασιατική μελέτη στον ηλικιωμένο πληθυσμό της Ταϊβάν έδειξε το ίδιο αποτέλεσμα. Η συγκεκριμένη μελέτη περιέλαβε 69.824 ηλικιωμένους που συμμετείχαν στην Εξέταση Γηριατρικής Υγείας της πόλης της Ταϊπέι, μεταξύ 2006 και 2010, με μέση παρακολούθηση 3,6 ετών. Η δύναμη της μελέτης ήταν η μεγάλη βάση δεδομένων από κρατικές εξετάσεις για όλους τους πολίτες. Διαπιστώθηκε  ότι τα χαμηλά επίπεδα ολικής χοληστερόλης (κάτω από 175 mg/dL), HDL χοληστερόλης (κάτω από 43 mg/dL) και LDL χοληστερόλης (κάτω 100,4 mg/dL) σχετίζονται με υψηλή θνησιμότητα από όλες τις αιτίες σε άτομα άνω των 65 ετών.

Μια άλλη μελέτη που περιέλαβε 3.600 γυναίκες, τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης LDL, που μετρήθηκαν μετά την ηλικία των 68 ετών, δεν συσχετίστηκαν με υψηλότερη θνησιμότητα.

Σε μια μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε το 2016, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η υψηλή LDL-C σχετίζεται αντιστρόφως με τη θνησιμότητα στους περισσότερους ανθρώπους άνω των 60 ετών. Οι ερευνητές αυτοί -που σημειωτέον αποτελούν μια ομάδα σκεπτικιστών για τον παθογόνο ρόλο της χοληστερόλης- είπαν ότι το εύρημα δεν συνάδει με την υπόθεση ότι η LDL-C, είναι εγγενώς αθηρογόνος. Το γεγονός ότι οι πολλοί ηλικιωμένοι με υψηλή LDL χοληστερόλη ζουν αρκετά ή ακόμη περισσότερο από εκείνους με χαμηλή LDL-χοληστερόλη, «παρέχει λόγους να αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της υπόθεσης της χοληστερόλης», έγραψε αυτή η ερευνητική ομάδα.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους ηλικιωμένους;

Η μελέτη της χοληστερόλης στους ηλικιωμένους αποδεικνύεται δύσκολη αλλά αυτό είναι μόνο ένα από τα παράδοξα της γήρανσης. Υπάρχει μια αντιστροφή προς την κατεύθυνση των παραγόντων κινδύνου στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής. Για παράδειγμα, ο υψηλότερος δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) αργά στη ζωή μπορεί να είναι προστατευτικός όπως και τα αυξημένα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης στους 80χρονους. Οι άνθρωποι που έχουν υψηλότερη πίεση έχουν μικρότερο κίνδυνο για άνοια επειδή το αίμα κυκλοφορεί καλύτερα προς τον εγκέφαλο.

Τι συμβαίνει όμως με τη χοληστερόλη;

Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι αρκετοί άνθρωποι που έχουν υψηλή χοληστερόλη πεθαίνουν από καρδιακές παθήσεων πριν φτάσουν σε προχωρημένη ηλικία. Όσοι ζουν μετά τα 70 τους, παρά την υψηλή χοληστερόλη μπορεί να έχουν άλλους παράγοντες, π.χ. γενετικούς, που αυξάνουν τη μακροζωία τους. Αυτό σημαίνει ότι συνεχίζουν να είναι πιο υγιείς ως ομάδα από τους ανθρώπους που έχουν χαμηλή χοληστερόλη και εξ’ αυτού του λόγου έφτασαν σε προχωρημένη ηλικία.

Το γεγονός ότι η χαμηλή και όχι η υψηλή χοληστερόλη είναι παράγοντας κινδύνου για θνησιμότητα στους ηλικιωμένους συνήθως αποδίδεται στον υποσιτισμό, τις χρόνιες λοιμώξεις και τις υποκλινικές ή κρυφές ασθένειες. Υπάρχει όμως και μια διαφορετική άποψη. Περισσότερες από 30 μελέτες παρακολούθησης ασθενών και υγιών ατόμων έχουν δείξει ότι όσοι έχουν υψηλή LDL-C ζουν εξίσου ή περισσότερο από τους ανθρώπους με χαμηλές τιμές. Ο λόγος είναι πιθανώς ότι η LDL-C συμμετέχει στο ανοσοποιητικό σύστημα με προσκόλληση και αδρανοποίηση σχεδόν όλων των τύπων μικροοργανισμών, και ότι οι μολυσματικές ασθένειες αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Δείτε επίσης