Ο υγιεινός τρόπος ζωής μειώνει 50% τον κίνδυνο μακράς COVID

Με τα συνεχιζόμενα κύματα της COVID-19 και τη μακρά COVID έχει προκληθεί μια σοβαρή επιβάρυνση στη δημόσια υγεία. Υπολογίζεται ότι το 20% έως 40% όσων αρρώστησαν από COVID-19 στη συνέχεια ταλαιπωρούνται από μακρά COVID, δηλαδή έχουν συμπτώματα τέσσερις εβδομάδες ή περισσότερο μετά την αρχική μόλυνση από τον ιό SARS-CoV-2.

Η συχνότητα των μακρών συμπτωμάτων είναι υψηλότερη μεταξύ των ατόμων που δεν έχουν εμβολιαστεί ή που νοσηλεύτηκαν κατά την οξεία φάση, φθάνοντας το 50% έως 70%. Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν κόπωση, πυρετό και ποικίλα αναπνευστικά, καρδιακά, νευρολογικά και πεπτικά συμπτώματα.

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Internal Medicine από ερευνητές του Harvard, βρήκε ότι οι γυναίκες που ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής, συμπεριλαμβανομένου του υγιούς σωματικού βάρους, της αποφυγής του καπνίσματος, της μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ, της τακτικής άσκησης, του επαρκούς ύπνου και της υγιεινής διατροφής έχουν σχεδόν 50% χαμηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν συμπτώματα μακράς COVID σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν ακολουθούν υγιεινό τρόπο ζωής. Τα ευρήματα αυτά σημαίνουν ότι η υιοθέτηση περισσότερων υγιεινών συμπεριφορών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης μακράς COVID, σύμφωνα με την Andrea Roberts, ανώτερη συγγραφέα της μελέτης.

Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερες από 32.000 νοσοκόμες από την αμερικανική Nurses’ Health Study II, οι οποίες είχαν απαντήσει σε ερωτηματολόγια για τον τρόπο ζωής τους ση συνέχεια ανέφεραν το ιστορικό μόλυνσης από SARS-CoV-2 από τον Απρίλιο του 2020 έως τον Νοέμβριο του 2021. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, πάνω από 1.900 νοσοκόμες προσβλήθηκαν από COVID-19 και μεταξύ αυτών το 44% ανέπτυξε μακρά COVID. Σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν έκαναν υγιεινό τρόπο ζωής, εκείνες με πέντε ή έξι υγιεινούς παράγοντες είχαν τις μισές πιθανότητα να εμφανίζουν μακρά COVID. Ακόμη και μεταξύ των γυναικών που ανέπτυξαν μακρά COVID, όσες ακολουθούσαν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής πριν από τη μόλυνση είχαν 30% χαμηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν συμπτώματα που επηρεάζουν την καθημερινότητά τους. Η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους και ο επαρκής ύπνος (επτά έως εννέα ώρες ημερησίως) συσχετίστηκαν πιο έντονα με τον χαμηλότερο κίνδυνο μακράς COVID.

Μια πιθανή εξήγηση για τις συσχετίσεις αυτές είναι ότι ένας ανθυγιεινός τρόπος ζωής σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο χρόνιας φλεγμονής και ανοσολογικής απορρύθμισης. Η διαδικασία με την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα προστατεύει από τα παθογόνα ονομάζεται φλεγμονή, αλλά η υπερβολική φλεγμονή μπορεί να είναι κακή. Πιστεύεται ότι πολλά από τα συμπτώματα της μακράς COVID έχουν αιτία τα υπολείμματα φλεγμονής που παραμένουν στο σώμα ακόμη και μετά την επίλυση της οξείας ασθένειας. Αυτό συμβαίνει επειδή η COVID-19 πυροδοτεί την υπερβολική παραγωγή κυτοκινών, ενώσεις που προκαλούν τη φλεγμονή. Επειδή η φλεγμονή είναι μια απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος, η «καταιγίδα κυτοκινών» που δημιουργείται από τον ιό αρχίζει να καταπονεί το ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε ένα απορυθμισμένο σύστημα -κουρασμένο και εξαντλημένο, αλλά συγχρόνως υπερκινητικό και υπερευαίσθητο.

Ο ρόλος της υγιεινής διατροφής

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι επιστήμονες έχουν συσσωρεύσει περισσότερα στοιχεία για τον ρόλο του υγιεινού τρόπου ζωής στη γενική υγεία. Σχετικά με τη διατροφή, είναι γνωστό ότι ορισμένα τρόφιμα μπορούν να μειώσουν και άλλα να προάγουν τη φλεγμονή. Μελέτες έχουν δείξει ότι ορισμένα συστατικά μπορεί να έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Η βιταμίνη C, η βιταμίνη D, τα φλαβονοειδή και τα ωμέγα-3 θεωρούνται αντιφλεγμονώδη. Επίσης, ο ψευδάργυρος είναι κρίσιμος για την ανάπτυξη των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος και η ανεπάρκειά του να προκαλεί αλλαγές στην παραγωγή κυτοκινών.

Η αντιοξειδωτική ιδιότητα της βιταμίνης C είναι καλά τεκμηριωμένη. Δρα ως συμπαράγοντας σε πολλές βιοσυνθετικές οδούς και διευκολύνει την παραγωγή αντισωμάτων. Επιπλέον, η πρόσληψη 1 γραμμαρίου βιταμίνης C την ημέρα μειώνει την παραγωγή των προφλεγμονωδών κυτοκινών (IL-6, TNF) και αυξάνει την παραγωγή των αντιφλεγμονωδών κυτοκινών (IL-10).

Οι αντιικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της βιταμίνης D είναι καλά τεκμηριωμένες. Η βιταμίνη D μειώνει την παραγωγή προφλεγμονωδών κυτοκινών. Σε βαριά άρρωστους ασθενείς με COVID-19, η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D μειώνει τη διάρκεια παραμονής τους στη μονάδα εντατικής θεραπείας. Επιπλέον, οι ασθενείς με COVID-19 και ανεπάρκεια βιταμίνης D τείνουν να έχουν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.

Η αντιφλεγμονώδης διατροφή περιλαμβάνει την αποφυγή τροφών που προκαλούν φλεγμονή, όπως τα τηγανητά, οι επεξεργασμένοι υδατάνθρακες, η ζάχαρη, τα κόκκινα και επεξεργασμένα κρέατα και τα τρανς λιπαρά. Τροφές που μειώνουν τη φλεγμονή είναι οι ντομάτες, το ελαιόλαδο, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, οι ξηροί καρποί, τα λιπαρά ψάρια και τα φρούτα. Αυτά τα τρόφιμα είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά και ενώσεις που βοηθούν στην προστασία από τη φλεγμονή. Αν ψάχνετε μια διατροφή που ακολουθεί τις αρχές της αντιφλεγμονώδους διατροφής, σκεφτείτε τη μεσογειακή διατροφή.

Δείτε επίσης