Ζέστη, υγρασία και ατμοσφαιρική ρύπανση, ένας θανάσιμος συνδυασμός

Τα κύματα καύσωνα μπορεί να είναι θανατηφόρα με διάφορους τρόπους. Μπορούν να σκοτώσουν μέσω της αφυδάτωσης που προκαλείται από την έντονη εφίδρωση. Οι αλλοιωμένες συγκεντρώσεις νατρίου και καλίου στο αίμα μπερδεύουν τα καρδιακά και τα νευρικά κύτταρα κι έτσι η αναπνοή και ο καρδιακός παλμός μπορεί να σταματήσουν ξαφνικά σε μερικούς ανθρώπους με υποκείμενες παθήσεις.

Δεν είναι μόνο η υπερβολική ζέστη αλλά και η υγρασία. Το ανθρώπινο σώμα δεν έχει εξελιχθεί για να διαχειρίζεται την ακραία ζέστη μαζί με την υγρασία. Κανονικά, ο ιδρώτας εξατμίζεται από το δέρμα και δροσιζόμαστε, αλλά με υψηλή υγρασία ο αέρας είναι ήδη κορεσμένος με υδρατμούς και η ψύξη του σώματος μέσω της εξάτμισης του ιδρώτα παρεμποδίζεται. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουμε να ιδρώνουμε και να αφυδατωνόμαστε.

Τα επικίνδυνα όρια

Η υπερβολική θερμοκρασία δημιουργεί στον οργανισμό μια κατάσταση που αναφέρεται ως θερμική εξάντληση και χαρακτηρίζεται από κόπωση, ναυτία, αργό καρδιακό παλμό και κίνδυνο λιποθυμίας. Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορείτε να εργαστείτε κάτω από αυτές τις συνθήκες. Πιστεύεται ότι το «επικίνδυνο» όριο είναι οι 39,4 βαθμοί Κελσίου και το «εξαιρετικά επικίνδυνο» όριο είναι οι 51,7 βαθμοί. Εάν ένα άτομο βρεθεί σε «εξαιρετικά επικίνδυνες» θερμοκρασίες, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε θερμοπληξία. Σε αυτή την κατάσταση, έχετε μερικές ώρες για να ζητήσετε ιατρική βοήθεια για να δροσιστεί το σώμα σας, διαφορετικά η πιθανότητα επιβίωσης είναι πολύ μικρή. Το «εξαιρετικά επικίνδυνο» όριο είναι πολύ σπάνιο σήμερα και συμβαίνει μόνο σε μερικές τοποθεσίες κοντά στον Κόλπο του Ομάν, για παράδειγμα, ίσως για λίγες μέρες μέσα σε μια δεκαετία. Αλλά οι πιθανότητες των «επικίνδυνων» ημερών αυξάνονται καθώς ο πλανήτης θερμαίνεται.

Σε μια εργαστηριακή δοκιμή του ανθρώπινου σώματος, το 2022, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το όριο ανοχής στη θερμότητα είναι χαμηλότερο από αυτό που πιστεύεται. Όταν η θερμοκρασία του αέρα είναι στους 38 βαθμούς Κελσίου, αρχίζουμε να αισθάνονται τις δυσάρεστες συνέπειες με 60% υγρασία. Το όριο κατεβαίνει στους 31 βαθμούς αν η υγρασία είναι στο 100%. Πάνω από αυτά τα όρια, η θερμοκρασία του πυρήνα του σώματος αυξάνεται συνεχώς και ο κίνδυνος ασθενειών που σχετίζονται με τη θερμότητα μεγαλώνει. Αυτό είναι πιο επικίνδυνο για άτομα άνω των 70 ετών γιατί καθώς οι άνθρωποι γερνούν, η ικανότητα του σώματος να ψύχεται μειώνεται ενώ επιπρόσθετα οι ηλικιωμένοι λαμβάνουν φάρμακα που μπορεί να μειώνουν περαιτέρω αυτή την ικανότητα.

Λάβετε υπόψη ότι αυτά είναι τα όρια είναι για να μην ανέβει η θερμοκρασία του σώματός σας υπερβολικά. Και χαμηλότερες θερμοκρασίες ή ποσοστά υγρασίας μπορεί να ασκήσουν πίεση στην καρδιά ή σε άλλα συστήματα του σώματος. Τα τρέχοντα κύματα καύσωνα σε όλο τον κόσμο πλησιάζουν σ’ αυτά τα όρια -αν δεν τα υπερβαίνουν- και γίνονται όλο και πιο συχνά λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Η ατμοσφαιρική ρύπανση

Εκτός από τη ζέστη, η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να είναι ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Οι καύσωνες και η ρύπανση είναι ξεχωριστά προβλήματα για την ανθρώπινη υγεία, αλλά τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν συμβαίνουν ταυτόχρονα. Μια μελέτη ανέλυσε πάνω από 1,5 εκατομμύριο θανάτους από το 2014 έως το 2020 που καταγράφηκαν στην Καλιφόρνια, μια πολιτεία που είναι επιρρεπής στους καύσωνες και την ρύπανση από πυρκαγιές. Ο αριθμός των θανάτων αυξήθηκε τόσο τις ζεστές ημέρες όσο και τις ημέρες με υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης από λεπτά σωματίδια, τα γνωστά PM2,5 (με διάμετρο κάτω από 2,5 εκατομμυριοστά του μέτρου). Τις ημέρες που ήταν διπλό το πλήγμα ο κίνδυνος θανάου ήταν περίπου τρεις φορές μεγαλύτερος από την επίδραση είτε της υψηλής ζέστης είτε της υψηλής ρύπανσης μόνο.

Όσο πιο ακραίες είναι οι θερμοκρασίες και η ρύπανση, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος. Κατά τη διάρκεια του 10% των πιο ζεστών και πιο μολυσμένων ημερών, ο κίνδυνος θανάτου αυξήθηκε 4% σε σύγκριση με τις ημέρες χωρίς ακραίες καταστάσεις και κατά τη διάρκεια του κορυφαίου 1%, αυξήθηκε 21%. Μεταξύ των ηλικιωμένων άνω των 75 ετών, ο κίνδυνος θανάτου αυξήθηκε πάνω από 33% εκείνες τις ημέρες.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους η έκθεση σε υπερβολική ζέστη και ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να βλάψει την υγεία. Το οξειδωτικό στρες είναι η πιο κοινή βιολογική οδός. Πρόκειται για μια ανισορροπία μεταξύ της παραγωγής μορίων γνωστών ως αντιδραστικών ειδών οξυγόνου ή ROS (reactive oxygen species) και της ικανότητας του σώματος να τα απομακρύνει. Έχει συνδεθεί με πνευμονικές παθήσεις, μεταξύ άλλων ασθενειών. Τα αντιοξειδωτικά βοηθούν στην εκκαθάριση αυτών των μορίων, αλλά η θερμότητα και η ατμοσφαιρική ρύπανση διαταράσσουν την ισορροπία μέσω της υπερβολικής παραγωγής ROS και της μειωμένης αντιοξειδωτικής δραστηριότητας.

Οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες σε πολλές χώρες είναι ήδη πάνω από 1 βαθμό Κελσίου από ό,τι στις αρχές του 1900. Μέχρι το τέλος του αιώνα, οι θερμοκρασίες θα είναι σχεδόν 2,7 βαθμούς Κελσίου υψηλότερες. Τα επικίνδυνα ακραία κύματα καύσωνα θα γίνουν πιο συνηθισμένα. Η αλλαγή του κλίματος επηρεάζει επίσης τα επίπεδα της ρύπανσης των λεπτών σωματιδίων. Μέσω καιρικών αλλαγών, όπως τα φαινόμενα στασιμότητας του αέρα, οι καταιγίδες σκόνης και οι ξηρότερες συνθήκες συμβάλλουν σε όλο και πιο συχνές πυρκαγιές.

Πρέπει να λαμβάνουμε μέτρα για να μειώσουμε τον κίνδυνο βλάβης σε περιόδους υπερβολικής ζέστης ή ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Αυτό σημαίνει καλή ενυδάτωση και παραμονή σε δροσερό δωμάτιο. Τα εμπορικά κέντρα και άλλοι κλιματιζόμενοι δημόσιοι χώροι μπορούν να προσφέρουν καταφύγιο από τη ζέστη. Ο κλιματισμός στο σπίτι, ειδικά κατά τη διάρκεια της νύχτας, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο. Επίσης, ένα φορητό φίλτρο αέρα στην κρεβατοκάμαρα μπορεί να μειώσει σημαντικά τα επίπεδα σωματιδιακής ρύπανσης. Άτομα με συμπτώματα θερμικού στρες, όπως πονοκέφαλο, ναυτία, ζάλη ή σύγχυση, και ειδικά οι ηλικιωμένοι, θα πρέπει να αναζητήσουν άμεσα ιατρική φροντίδα.

Δείτε επίσης