COVID-19: Ο εμβολιασμός αφήνει πιο ισχυρή ανοσία από την ασθένεια

Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έχει μια πολύ ξεκάθαρη οδηγία σχετικά με το πότε μπορείτε να κάνετε το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού, εφόσον έχετε νοσήσει: τρεις μήνες μετά. Είναι σημαντικό ότι κάτι τέτοιο δίνει σημαντική ανοσία στον οργανισμό.

Υπάρχει μια βασική διαφορά μεταξύ γρίπης και COVID-19. H COVID-19 δεν έχει εποχικότητα. Αυτός είναι ένας λόγος που για πολλούς ανθρώπους έχει σημασία να είναι εμβολιασμένοι, ακόμη και όταν περάσει ο χειμώνας. Υπάρχει και κάτι άλλο το οποίο δεν έχει λάβει της προσοχής που θα έπρεπε. Η ανοσία που αφήνει το εμβόλιο είναι πιο σταθερή σε σχέση με αυτή που αφήνει η νόσηση. Εάν κάποιος αρρωστήσει από COVID-19 δεν σημαίνει ότι μετά είναι είναι προφυλαγμένος και δεν ξανακολλάει. Και επειδή, αν είναι ηλικιωμένος, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να βρεθεί διασωληνωμένος, έχει σημασία να εμβολιαστεί ακόμη και αφού αρρωστήσει.

Για το θέμα της ανοσίας που σχετίζεται με το εμβόλιο, ο Πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας κ. Χρήστος Χατζηχριστοδούλου ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου: «Eπειδή κάναμε μια μακροχρόνια μελέτη επιδημιολογική και βλέπουμε την ανοσία του πληθυσμού, διαπιστώνουμε ότι τη χειρότερη ανοσία την έχουν αυτοί που νόσησαν και δεν εμβολιάστηκαν σε σύγκριση με τους εμβολιασμένους. Η ανοσία λόγω νόσησης δεν κρατάει περισσότερο χρονικά. Αυτοί που δεν εμβολιάστηκαν καθόλου, όσες επανειλημμένες λοιμώξεις και να έχουν συνεχίζουν να έχουν χαμηλή ανοσία. Αυτό το έχουμε δημοσιεύσει, δηλαδή είναι ένα ερευνητικό εύρημα, δεν είναι απλώς μια εντύπωση».

Η προστασία του εμβολίου

Ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι το επικαιροποιημένο εμβόλιο κατά του κορωνοϊού προσφέρει πράγματι προστασία. Όπως ανέφερε ο κ. Χατζηχριστοδούλου από τους 1.028 ανθρώπους που πέθαναν λόγω COVID-19 την περίοδο από τον Σεπτέμβριο μέχρι το πρώτο διάστημα του Ιανουαρίου, μόνο δύο ήταν εμβολιασμένοι και από τους 378 διασωληνωμένους πάλι μόνο δύο ήταν εμβολιασμένοι. Συνολικά, παρότι φέτος υπήρξαν αυξημένες εισαγωγές στα νοσοκομεία λόγω αναπνευστικών λοιμώξεων, οι διασωληνώσεις και οι θάνατοι ήταν σχεδόν το ήμισυ σε σχέση με πέρυσι. Για παράδειγμα, την βαριά περίοδο από τις 18/12 του προηγούμενου έτους έως και το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου υπήρξαν 96 διασωληνώσεις και 508 θάνατοι σε σύγκριση με 174 διασωληνώσεις και 267 θανάτους πέρυσι, περίπου στο μισό.

Το επικαιροποιημένο εμβόλιο, που είναι διαθέσιμο από τον Οκτώβριο του 2023, είναι προαιρετικό. Μπορεί να το επιλέξει οποιοσδήποτε ενήλικας, ενώ συστήνεται ιδιαίτερα για τα άτομα που έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα για σοβαρή νόσηση. Ειδικότερα προτείνεται να το κάνουν όλα τα άτομα 60 ετών και άνω, άτομα με ανοσοκαταστολή, εγκυμονούσες, άτομα 6 μηνών έως 59 ετών με υποκείμενα νοσήματα που αυξάνουν τον κίνδυνο βαριάς νόσου, καθώς και επαγγελματίες υγείας. Ο εμβολιασμός με το μονοδύναμο επικαιροποιημένο εμβόλιο XBB 1.5 θεωρείται αποτελεσματικός ως προς τη σοβαρή νόσηση από τη νέα υποπαραλλαγή που έχει προσφάτως αυξήσει πολύ τα ποσοστά της παγκοσμίως, την JN.1 με το παρατσούκλι “Pirola”.

Να σημειωθεί ότι μια πρόσφατη βρετανική μελέτη βρήκε ότι τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού μειώνουν τον κίνδυνο των μακροχρόνιων συμπτωμάτων. Ενώ τα εμβόλια έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά στην πρόληψη της σοβαρής COVID-19, ο αντίκτυπός τους στην πρόληψη των μακροχρόνιων συμπτωμάτων δεν έχει ακόμη κατανοηθεί πλήρως. Μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης βρήκε ότι ο εμβολιασμός μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μακράς COVID-19. H αποτελεσματικότητα κυμαίνεται από 29% έως 52%. Το εμβόλιο BNT162b2 (BioNTech/Pfizer) παρείχε καλύτερη προστασία σε σύγκριση με το εμβόλιο ChAdOx1 (Oxford/AstraZeneca).

Υπολογίζεται ότι περίπου το 3% των ανθρώπων εμφανίζουν μακρά COVID μετά από λοίμωξη COVID-19 -όταν τα συμπτώματα εξακολουθούν να υπάρχουν μετά από τέσσερις εβδομάδες. Η μακρά COVID περιλαμβάνει μια σειρά προβλημάτων υγείας που μπορεί να ξεκινήσουν ακόμα και μετά από μια ήπια λοίμωξη. Μερικά από αυτά τα συμπτώματα περιλαμβάνουν υπερβολική κόπωση, δύσπνοια, μυϊκούς πόνους και απώλεια όσφρησης. Μια μελέτη υποδεικνύει ότι η κόπωση μπορεί να συνδέεται με βλάβες των μυϊκών μιτοχονδρίων λόγω μικροθρόμβων -συστάδες πρωτεϊνών που έχουν αναδιπλωθεί λανθασμένα.

Η γρίπη

Σχετικά με τη γρίπη, φέτος το πιο συχνό το στέλεχος είναι το Α(Η1Ν1) ενώ πέρυσι ήταν το Α(Η3). Στο 80% των περιπτώσεων η γρίπη προκαλείται από το Α(Η1Ν1) και γι’ αυτό το φετινό κύμα γριπης δίνει πιο σοβαρά συμπτώματα. Σε μια διασταύρωση στοιχείων, σε 12 ανθρώπους που πέθαναν από γρίπη μόνο ένας είχε κάνει το αντιγριπικό εμβόλιο. Φέτος έγιναν λιγότερα εμβόλια κατά τις γρίπης, περίπου 2.900.000 μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου ενώ πέρυσι είχαν γίνει σχεδόν 500.000 εμβόλια παραπάνω -πάντως το 60% του πληθυσμού της χώρας άνω των 60 ετών εμβολιάστηκε κατά της γρίπης.

Σημειώστε ότι το εμβόλιο κατά της γρίπης είναι αποτελεσματικό και για την προστασία των βρεφών όταν χορηγείται κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης της μητέρας. Οι έγκυες είναι ανοσοκατεσταλμένες στο τρίτο τρίμηνο γιατί το ανοσοποιητικό τους βρίσκεται σε μια μικρή διακοπή προκειμένου το σώμα τους να μην επιτεθεί στο κυοφορούμενο μωρό. Επίσης, στο τρίτο τρίμηνο το αναπτυσσόμενο μωρό προσκρούει στους πνεύμονες της μητέρες όταν διαστέλλονται και αυτό μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα σε περίπτωση γρίπης της μητέρας ή να προκαλέσει ακόμα και πνευμονία. Εκτός από τον κίνδυνο της ίδιας της εγκύου, τυχόν γρίπη της αποτελεί κίνδυνο για πρόωρο τοκετό, μικρόσωμο βρέφος και απώλεια εμβρύου. Μια αμερικανική μελέτη έδειξε ότι ο μητρικός εμβολιασμός μείωσε κατά 39% τις νοσηλείες των βρεφών.

Καθώς αυτές οι πτυχές της εγκυμοσύνης δεν αλλάζουν, οι γιατροί επιδιώκουν να αυξήσουν την απορρόφηση του αντιγριπικού εμβολίου από τον έγκυο πληθυσμό. Ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτούν τα πολύ μικρά παιδιά και τα βρέφη είναι να εμβολιαστούν όλοι οι γύρω τους. Το εμβόλιο κατά της γρίπης είναι ένα από τα ασφαλέστερα γνωστά εμβόλια.

Ο RSV

Σχετικά με τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV), φέτος υπάρχει αύξηση των περιστατικών. Πρόσφατα εγκρίθηκαν δύο εμβόλια για τον RSV για άτομα άνω των 60 ετών -δεν είναι ακόμα διαθέσιμα στην Ελλάδα- και τα πρώτα στοιχεία από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι θα μπορούσαν να μειώσουν δραματικά ένα σημαντικό βάρος των αναπνευστικών λοιμώξεων.

Ο RSV προκαλεί σημαντική νοσηρότητα και θνησιμότητα μεταξύ των ηλικιωμένων παγκοσμίως και αυτή είναι η πρώτη φορά που διατίθενται εμβόλια -το Arexy της GSK και το Abrysvo της Pfizer. Ο RSV προκαλεί ήπια συμπτώματα κρυολογήματος στους περισσότερους ανθρώπους, οι οποίοι συνήθως αναρρώνουν σε μία ή δύο εβδομάδες, αλλά οι ηλικιωμένοι και τα βρέφη είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν σοβαρή ασθένεια που μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή τους. Στις ΗΠΑ ο RSV προκαλεί περίπου 60.000 έως 160.000 νοσηλείες και 6.000 έως 10.000 θανάτους ετησίως σε άτομα άνω των 65 ετών.

Από τον περασμένο Δεκέμβριο, πάνω από το 15% των ατόμων 60 ετών και άνω στις ΗΠΑ έχουν κάνει εμβόλιο κατά του RSV και μια μελέτη ανέλυσε τον αντίκτυπο του εμβολιασμού. Βρήκε ότι τα με τα δύο τρίτα της εμβολιαστικής κάλυψης κατά το πρώτο έτος θα μειωνόταν η περίθαλψη στα εξωτερικά ιατρεία κατά 41-54%, οι νοσηλείες κατά 57-61% και οι θάνατοι που σχετίζονται με τον RSV κατά 58-61%. Η αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης στο 100% θα μείωνε την περίθαλψη στα εξωτερικά ιατρεία κατά 63-81%, τις νοσηλείες κατά 87-92% και τους θανάτους κατά 87-91%. Καθώς αυτά τα εμβόλια θα κυκλοφορήσουν ευρύτερα, θα υπάρχουν περισσότερα δεδομένα για την αποτελεσματικότητά τους, ώστε να γίνουν καλύτερες αναλύσεις.

Στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν πολλά συγκριτικά δεδομένα γιατί φέτος δημιουργήθηκε για πρώτη φορά ένα οργανωμένο σύστημα καταγραφής του RSV, με τα λεγόμενα ΡΟC (Point Of Care), που είναι μοριακές τεχνικές στο σημείο που καταγράφονται οι ασθενείς. Σύμφωνα με τον κ. Χατζηχριστοδούλου, «έχουμε μπροστά μας το εμβόλιο και πρέπει να δούμε ακριβώς την επίπτωση και τη σχέση κόστους-οφέλους αυτής της παρέμβασης». Να σημειωθεί ότι ο εμβολιασμός κατά του RSV μπορεί να προστατεύσει τα μωρά αν οι μητέρες τους κάνουν το Abrysvo κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου. Ενώ το εμβόλιο αρχικά προτάθηκε για τις μεγαλύτερες ηλικίες, έχει εγκριθεί και για τις εγκύους.

Δείτε επίσης