Η λεύκη είναι μια επίκτητη αυτοάνοση δερματοπάθεια, στην οποία η τμηματική απώλεια της χρωστικής του δέρματος που ονομάζεται μελανίνη προκαλεί λευκές ή ροζ κηλίδες αποχρωματισμένου δέρματος. Προκαλείται από απώλεια των μελανοκυττάρων, των κυττάρων που είναι υπεύθυνα για το χρώμα του δέρματος. Εμφανίζεται κυρίως στο δέρμα, αλλά μπορεί να επηρεάσει τον βλεννογόνο στο εσωτερικό του στόματος και της μύτης. Αν εμφανιστεί σε περιοχές με τριχοφυΐα, οι τρίχες αποκτούν λευκό χρώμα.
Η πάθηση δεν θεωρείται απειλητική, μπορεί όμως να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του ασθενούς, καθώς και να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής του.
Για πολύ καιρό η πάθηση καλυπτόταν από μυστήριο αλλά ήρθε η ώρα να ευαισθητοποιηθεί το κοινό για αυτήν την κατάσταση. Ο πιο διάσημος άνθρωπος με λεύκη ήταν ο Michael Jackson ο οποίος για τη θεραπεία της πάθησης, χρησιμοποίησε ανοιχτόχρωμο μακιγιάζ και πιθανώς συνταγογραφούμενες κρέμες λεύκανσης του δέρματος ώστε να καλύψει τις ανομοιόμορφες κηλίδες χρώματος -το πιο ανοιχτό δέρμα είχε ως αποτέλεσμα την κριτική ότι προσπαθούσε να γίνει λευκός.
Ο στόχος της θεραπείας είναι να σταματήσει η εξέλιξη της νόσου, να προαχθεί η επαναμελάγχρωση και να αποτραπούν οι υποτροπές της νόσου. Οι θεραπείες που χρησιμοποιούνται είναι οι τοπικές θεραπείες (κορτικοστεροειδή και αναστολείς καλσινευρίνης), η φωτοθεραπεία, η από του στόματος χορήγηση στεροειδών καθώς και νεότερες θεραπείες υπό μορφή κρέμας. Υπάρχουν επίσης και τεχνικές χειρουργικής μεταμόσχευσης, που εφαρμόζονται σε ορισμένους μόνο ασθενείς, καθώς και θεραπείες αποχρωματισμού σε περίπτωση εκτεταμένης λεύκης.
Τα συμπτώματα
Η λεύκη είναι πιο κοινή διαταραχή υπομελάχρωσης με εκτιμώμενο επιπολασμό 0,5–2% σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ευρώπη ο επιπολασμός εκτιμάται στο 1%, ενώ στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 100.000 ασθενείς με λεύκη. Εμφανίζεται τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά, με παρόμοια συχνότητα σε όλα τα φύλα και τις εθνικότητες -δεν εμφανίζεται πιο συχνά σε άτομα με πιο σκούρα επιδερμίδα, απλώς σε αυτά τα άτομα είναι πιο εμφανής. Ενώ η λεύκη μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, τα αρχικά συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως πριν από την ηλικία των 30 ετών.
Οι αποχρωματισμένες περιοχές του δέρματος μπορούν να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος, αν και συχνότερα εντοπίζονται στη ραχιαία επιφάνεια των χεριών, στο πρόσωπο (γύρω από τα μάτια, τη μύτη, το στόμα), στο λαιμό, στις μασχαλιαίες περιοχές και σε περιοχές τριβής και πίεσης (αγκώνες, γόνατα, ραχιαία επιφάνεια ποδιών, πλευρά). Μπορεί επίσης να παρατηρηθούν λευκές τρίχες (πολίωση) και λευκό δέρμα γύρω από κρεατοελιές.
Μερικοί άνθρωποι μπορεί να αναπτύξουν λεύκη σε περιοχές τραύματος του δέρματος (όπως χειρουργική επέμβαση, κοψίματα ή εκδορές) και περιγράφουν επιδείνωση της κατάστασης σε περιόδους στρες, αλλά ούτε το τραύμα ούτε το στρες είναι αιτίες ανάπτυξης της λεύκης -είναι παράγοντες που συμβάλλουν.
Η πάθηση αναμφίβολα φέρει ένα σημαντικό ψυχολογικό βάρος για πολλούς που μπορεί να επηρεάσει την εργασία, τη ζωή και τις σχέσεις. Οι πιο συχνές ψυχοκοινωνικές συννοσηρότητες που περιγράφονται στις μελέτες είναι η κατάθλιψη, το άγχος, η κοινωνική φοβία, το αισθήματα στιγματισμού, οι διαταραχές προσαρμογής, οι διαταραχές ύπνου, η συμπεριφορά αποφυγής και περιορισμού, και οι δυσκολίες στη σχέση. Η εκπαίδευση και η αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού για τη λεύκη είναι ο τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα.
Στις μελέτες, οι παράγοντες που συσχετίστηκαν με σημαντικά υψηλότερη ψυχοκοινωνική επιβάρυνση περιλάμβαναν το γυναικείο φύλο, την ύπαρξη βλαβών σε ορατές περιοχές (π.χ. χέρια, πρόσωπο) ή στις περιοχές των γεννητικών οργάνων, την ηλικία -ιδιαίτερα τους έφηβους- και την έκταση της βλάβης. Η μελέτη VALIANT, η οποία αξιολόγησε το φορτίο της λεύκης περιλαμβάνοντας 3.541 ασθενείς, επιβεβαίωσε την ψυχοκοινωνική επιβάρυνση και τον αντίκτυπό της στην ψυχική υγεία. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η λεύκη επηρεάζει την καθημερινή ζωή και τη συναισθηματική ευεξία των ασθενών.
- Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς (55,0%) ανέφεραν συμπτώματα μέτριας έως σοβαρής κατάθλιψης.
- 9 στους 10 ασθενείς έχουν βιώσει στιγματισμό λόγω της λεύκης τους και 3 στους 5 ασθενείς ανέφεραν ότι η λεύκη είχε αρνητική επίδραση στην αυτοεκτίμησή τους.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει τρόπος να καθοριστεί εάν η λεύκη ενός ατόμου θα είναι προοδευτική με την πάροδο του χρόνου. Είναι σημαντικό να ξέρετε ότι η λεύκη, ως αυτοάνοσο νόσημα, συχνά συνυπάρχει και με άλλα αυτοάνοσα, όπως η θυρεοειδίτιδα hashimoto (χασιμότο), η ατοπική δερματίτιδα και αλωπεκία.
Αιτία και τύποι
Ως αυτοάνοσο νόσημα, η λεύκη δεν μεταδίδεται. Οι άσπρες κηλίδες σχηματίζονται όταν τα μελανοκύτταρα, που δίνουν χρώμα στο δέρμα, τα μαλλιά και τα μάτια, καταστρέφονται κατά λάθος από το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού. Κανονικά, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού καταπολεμούν τις μολύνσεις αλλά στα αυτοάνοσα νοσήματα επιτίθενται σε υγιείς ιστούς. Στη λεύκη επιτίθενται στα μελανοκύτταρα που εκκρίνουν τη μελανίνη. Η καταστροφή των χρωστικών κυττάρων έχει ως αποτέλεσμα τις λευκές κηλίδες στο δέρμα και μερικές φορές στα χείλη και γεννητικά όργανα στα μαλλιά, τις βλεφαρίδες ή τα φρύδια.
Η νόσος δεν είναι κληρονομική διότι δεν γεννιέται κάποιος με λεύκη αλλά υπάρχει οικογενειακή προδιάθεση, αφού περίπου το 20% των ασθενών έχει τουλάχιστον έναν συγγενή πρώτου βαθμού με λεύκη.
Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνισης της λεύκης είναι η απορρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος, η γενετική ευαισθησία και το στρες. Σχετικά με το στρες, να σημειωθεί ότι δεν προκαλεί από μόνο του λεύκη, ανήκει όμως στους παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της νόσου, γιατί προκαλεί απορρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος και γενετική ευαισθησία. Από την άλλη μεριά, η ίδια η λεύκη μπορεί να προκαλέσει αυξημένο στρες καθώς είναι μια δερματική πάθηση που επηρεάζει την όψη του δέρματος και την εξωτερική εμφάνιση.
Η λεύκη χωρίζεται σε τρεις τύπους:
- Η μη τμηματική λεύκη είναι ο πιο κοινός τύπος. Παρουσιάζεται με αποχρωματισμένες κηλίδες και στις δύο πλευρές του σώματος με συμμετρική κατανομή, συνήθως εξελίσσεται αργά και έχει απρόβλεπτη πορεία.
- Η τμηματική λεύκη, η οποία συνήθως εντοπίζεται στη μια πλευρά του σώματος, έχει πρώιμη ηλικία έναρξης, εξελίσσεται γρήγορα και στη συνέχεια σταθεροποιείται.
- Η λεύκη μικτού τύπου αρχικά εμφανίζεται με τη μορφή της τμηματικής λεύκης, αλλά αρκετούς μήνες αργότερα εξαπλώνεται και σε άλλα σημεία, οπότε παίρνει τη μορφή της μη τμηματικής λεύκης.
Η διάγνωση είναι συνήθως εύκολη και βασίζεται στην κλινική εικόνα του ασθενούς, λαμβάνοντας υπόψη και το οικογενειακό ιστορικό. Σε δύσκολες περιπτώσεις ο δερματολόγος μπορεί να λάβει βιοψία δέρματος από την πάσχουσα περιοχή. Αν και δεν υπάρχει εξέταση αίματος για τη διάγνωση της λεύκης, μπορεί να παραγγελθούν αιματολογικές εξετάσεις για την αξιολόγηση άλλων αυτοάνοσων καταστάσεων εάν κριθεί απαραίτητο. Οι εξετάσεις αίματος μπορεί να είναι σημαντικές για τον εντοπισμό πιθανών συννοσηροτήτων, όπως η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς ή ο σακχαρώδης διαβήτης.
Υπάρχει και κάτι καλό για τους ασθενείς με λεύκη. Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι το ποσοστό του καρκίνου του δέρματος λόγω της έκθεσης στον ήλιο είναι χαμηλότερο σε άτομα με λεύκη -αυτό δεν σημαίνει πως δεν απαιτείται προσοχή και προφύλαξη όταν εκτίθενται στον ήλιο.
Θεραπείες στο επίκεντρο
Υπάρχουν διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές που μπορούν να βοηθήσουν στην αναστολή της εξέλιξη της νόσου, στον επαναχρωματισμό του δέρματος και να αποτρέψουν τις υποτροπές. Αν και δεν υπάρχει οριστική θεραπεία, οι ασθενείς που επιθυμούν να αντιμετωπίσουν τη λεύκη τους μπορούν να αναπτύξουν ένα προσωπικό πλάνο διαχείρισης σε συνεργασία με τον δερματολόγο τους. Μια ολιστική προσέγγιση στη φροντίδα είναι απαραίτητη, καθώς η συμβουλευτική είναι ένα πολύτιμο μέρος του σχεδίου θεραπείας.
Φαρμακευτικές κρέμες, εξειδικευμένες ιατρικές πηγές φωτός και λέιζερ είναι συχνά το πρώτο βήμα στη θεραπεία με τους περισσότερους ασθενείς να ανταποκρίνονται σε αυτή τη θεραπεία. Τα αποτελέσματα φαίνονται συνήθως μέσα σε έξι μήνες και η θεραπεία μπορεί να συνεχιστεί για έως και δύο χρόνια εάν η πρόοδος είναι καλή. Περιοχές που φέρουν τρίχες όπως τα χέρια, τα πόδια και το πρόσωπο ανταποκρίνονται καλύτερα από τις περιοχές που δεν φέρουν τρίχες όπως τα χέρια, τα πόδια και τα χείλη σε αυτή τη θεραπεία.
Συναρπαστικές εξελίξεις υπάρχουν στον τομέα της θεραπείας της λεύκης με νέες θεραπείες στον ορίζοντα, συμπεριλαμβανομένων των ανοσορυθμιστών (που ονομάζονται «βιολογικές») και εκείνων με διέγερση μελανοκυττάρων. Τα νέα θεραπευτικά δεδομένα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, καθώς έχουν αναπτυχθεί και εγκριθεί νέες, καινοτόμες θεραπείες με υψηλά ποσοστά απόκρισης, γεγονός που δίνει αισιοδοξία για το μέλλον. Μια νεότερη θεραπεία για τη λεύκη υπό μορφή κρέμας ανήκει στην κατηγορία των JAK αναστολέων, με απόλυτη ένδειξη στη νόσο, έχει υψηλά ποσοστά απόκρισης σε ενήλικες, προάγει την επαναμελάγχρωση και αποτρέπει τις υποτροπές με την πάροδο του χρόνου. Η θεραπεία αυτή στοχεύει την αυτοάνοση διαδικασία της λεύκης και απευθύνεται σε άτομα άνω των 12 ετών που έχουν συμπτώματα της νόσου στο πρόσωπό τους.
Σε ειδικές περιπτώσεις, χειρουργικές τεχνικές (όπως μόσχευμα διάτρησης, μεταμόσχευση φυσαλίδων και μεταφορά μη καλλιεργημένων μελανοκυττάρων) μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την προσπάθεια ανάκτησης της μελάγχρωσης.
Για όσους επιθυμούν μόνο να κρύψουν τις πληγείσες περιοχές, διατίθενται καλλυντικά καμουφλάζ, το καθένα με τα δικά του πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Είναι επίσης διαθέσιμη φαρμακευτική λευκαντική κρέμα για όσους έχουν πολύ μεγάλες περιοχές εμπλοκής στο σώμα τους και προτιμούν να «ασπρίζουν» και να αφαιρούν το χρώμα από τα λίγα εναπομείναντα κομμάτια κανονικού δέρματος.
Να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα, καμία τροφή δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι προκαλεί λεύκη ή ότι βοηθά στην αντιμετώπιση του επαναχρωματισμού του δέρματος. Ωστόσο, συνιστάται να αποφεύγεται η κατανάλωση τροφών στις οποίες ο ασθενής είναι αλλεργικός ή έχει δυσκολία στην πέψη, καθώς αυτό μπορεί να διαταράξει το πεπτικό ή ορμονικό του σύστημα και κατά συνέπεια να διεγείρει περαιτέρω την ανοσοποιητική διαδικασία που συνδέεται με τη λεύκη. Μια βασική οδηγία είναι να ακολουθείται μια ισορροπημένη διατροφή και συνήθως συνιστάται η διατροφή να περιλαμβάνει βιταμίνη D, καθώς βοηθά το ανοσοποιητικό σύστημα.