Τεχνητά γλυκαντικά: Χρειάζεται περισσότερη έρευνα

Η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία συνιστά στις γυναίκες να μην υπερβαίνουν τα 25 γραμμάρια ζάχαρης ημερησίως και στους άνδρες τα 36 γραμμάρια. Ενα κουτάκι Coca-Cola των 350 ml περιέχει 39 γραμμάρια ζάχαρης. Τα τεχνητά γλυκαντικά και άλλα υποκατάστατα ζάχαρης βρίσκονται παντού στα τρόφιμα και εφευρέθηκαν για να μειώσουν την κατανάλωση ζάχαρης. Ωστόσο, εδώ και δεκαετίες εγείρονται ερωτήματα σχετικά με τα υποκατάστατα ζάχαρης, με επιστήμονες και ειδικούς σε θέματα δημόσιας υγείας να προειδοποιούν για πιθανούς κινδύνους για την υγεία.

Η έρευνα σχετικά με το πώς τα υποκατάστατα ζάχαρης επηρεάζουν τον οργανισμό βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, είναι περίπλοκη και συχνά αντιφατική. «Δεν έχουν μελετηθεί όσο θα έπρεπε στον άνθρωπο», λέει ο δρ Ντάριους Μοζαφαριάν, καρδιολόγος και διευθυντής του Ινστιτούτου Food is Medicine στο Πανεπιστήμιο Ταφτς. Αυτό δημιουργεί πολλά ερωτήματα σχετικά με το πώς να σταθμίσουμε τα πιθανά οφέλη και τους κινδύνους τους.

Τι είναι το υποκατάστατο ζάχαρης;

Ο όρος περιλαμβάνει μια σειρά από ουσίες που έχουν γλυκιά γεύση, αλλά δεν έχουν τις θερμίδες της ζάχαρης. Τα υποκατάστατα ζάχαρης ομαδοποιούνται ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής τους:

  • Τα τεχνητά γλυκαντικά είναι συνθετικά πρόσθετα τροφίμων, από 200 έως 20.000 φορές πιο γλυκά από την επιτραπέζια ζάχαρη, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). Από τη δεκαετία του 1970 ο FDA έχει εγκρίνει έξι από αυτά: την ασπαρτάμη, τη σουκραλόζη, τη σακχαρίνη, την ακεσουλφάμη καλίου, τη νεοτάμη και την ανβαντάμη.
  • Τα φυσικά γλυκαντικά (με βάση τα φυτά και τα φρούτα) παρασκευάζονται από τα φύλλα ή τους καρπούς ορισμένων φυτών. Περιλαμβάνουν εκχυλίσματα από το φυτό στέβια και από το μονκ φρουτ. Η θαυματίνη, ένα λιγότερο γνωστό γλυκαντικό χαμηλών θερμίδων, παρασκευάζεται από τον καρπό κατέμφε στη Δυτική Αφρική. Ο FDA αναγνωρίζει γενικά αυτά τα γλυκαντικά ως ασφαλή.
  • Οι αλκοόλες ζάχαρης είναι ένας τύπος υδατάνθρακα που έχει γλυκιά γεύση αλλά λιγότερες θερμίδες από τη ζάχαρη. Περιλαμβάνουν τη σορβιτόλη, την ξυλιτόλη, τη μαννιτόλη και την ερυθριτόλη, που υπάρχουν σε φυσική μορφή σε φρούτα και λαχανικά όπως ο ανανάς, τα δαμάσκηνα και τα μανιτάρια. Αυτά που χρησιμοποιούνται σε συσκευασμένα προϊόντα παράγονται συνθετικά και επιτρέπονται από τον FDA για χρήση ως υποκατάστατα ζάχαρης.

Πιθανά οφέλη και οι κίνδυνοι;

Σε μια επισκόπηση 12 δειγματοληπτικών κλινικών δοκιμών του 2022, οι περισσότερες από τις οποίες διήρκεσαν έξι μήνες ή λιγότερο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η αντικατάσταση των ζαχαρούχων ροφημάτων με ροφήματα χαμηλών ή μηδενικών θερμίδων θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποια απώλεια βάρους -περίπου 1 έως 1,5 κιλό κατά μέσον όρο- σε ενήλικες που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και οι οποίοι κινδυνεύουν ή έχουν ήδη διαβήτη.

Ο δρ Καρλ Ναντόλσκι, ενδοκρινολόγος και επίκουρος κλινικός καθηγητής στο Κολέγιο Ιατρικής του πολιτειακού Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, τονίζει ότι έχει παρατηρήσει αυτή την απώλεια βάρους, και συχνά μεγαλύτερη, σε πολλούς από τους ασθενείς του όταν αλλάζουν σε ροφήματα διαίτης.

Ωστόσο, μακροχρόνιες μελέτες για τα υποκατάστατα ζάχαρης δεν έχουν εντοπίσει οφέλη για την απώλεια βάρους και έχουν καταγράψει ακόμη και αυξήσεις. Για τον λόγο αυτό, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνέστησε το 2023 να αποφεύγεται η χρήση υποκατάστατων ζάχαρης για τον έλεγχο του βάρους ή για τη βελτίωση της υγείας, επικαλούμενος έρευνες που τα συνέδεαν με αυξημένους κινδύνους για προβλήματα υγείας, όπως διαβήτης τύπου 2, καρδιοαγγειακές παθήσεις, παχυσαρκία και πρόωρο θάνατο.

Οι αλκοόλες ζάχαρης ερυθριτόλη και ξυλιτόλη έχουν επίσης συνδεθεί με μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου.

Είναι δύσκολο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα από μελέτες σχετικά με τη διατροφή και την υγεία. Είναι πιθανόν οι καταναλωτές αναψυκτικών διαίτης να είχαν ήδη επιβαρυμένη υγεία εξαρχής, εξηγεί η Βαλίσα Ε. Χέντρικ, αναπληρώτρια καθηγήτρια διατροφής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια. Ή μπορεί άλλα συστατικά στα τρόφιμα ή τα ποτά να είναι υπεύθυνα για την πρόκληση βλάβης.

Για να διευκρινιστούν πλήρως τα ζητήματα αιτίας και αποτελέσματος, οι επιστήμονες πρέπει να σχεδιάσουν μελέτες που θα εξετάζουν άμεσα τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο των υποκατάστατων ζάχαρης στην ανθρώπινη υγεία, αναφέρει η Μάριον Νεστλ, ομότιμη καθηγήτρια επιστημών διατροφής, μελέτης τροφίμων και δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.

Ομως, μια τέτοια έρευνα είναι πρακτικά αδύνατον να πραγματοποιηθεί. Παρ’ όλα αυτά, κάποιες καλά ελεγχόμενες μελέτες σε ζώα και μικρές κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, που μπορούν να αποδείξουν αιτιακές σχέσεις, έχουν εντοπίσει ενδείξεις για το πώς ορισμένα γλυκαντικά μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα υγείας.

Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι οι αλκοόλες ζάχαρης μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο πήξης του αίματος, ενισχύοντας έτσι τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου και ότι άλλα υποκατάστατα ζάχαρης μπορούν να αλλάξουν το μικροβίωμα του εντέρου και να επηρεάσουν τον μεταβολισμό του σακχάρου στο αίμα.

Η υπερβολική κατανάλωση ζάχαρης, από την άλλη πλευρά, είναι αναμφισβήτητα επιβλαβής για την υγεία, λέει ο δρ Εραν Ελινάβ, ανοσολόγος και ερευνητής του μικροβιώματος στο Ινστιτούτο Επιστημών Weizmann στο Ισραήλ, ο οποίος έχει μελετήσει τα υποκατάστατα ζάχαρης. Ερευνες τη συνδέουν με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, καρδιακών παθήσεων και παχυσαρκίας.

Δείτε επίσης