Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια νόσος της οποίας ακρογωνιαίος λίθος στην πρόληψη και αντιμετώπιση είναι η σωστή διατροφή. Εάν παραγνωρισθεί ο ρόλος της διατροφής.
«Η χρήση προϊόντων φυσικής προέλευσης για τη θεραπεία ασθενειών έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, παρά την έλλειψη επαρκών επιστημονικών δεδομένων που να αποδεικνύουν την ύπαρξη ιατρικού οφέλους. Οι λόγοι αυτής της “μόδας” είναι ορισμένες τοπικές παραδοσιακές πεποιθήσεις, η ευκολία πρόσβασης στην πληροφόρηση μέσω του διαδικτύου και τέλος η κοινή αντίληψη ότι οι φυσικές θεραπείες είναι πιο αξιόπιστες, με λιγότερες παρενέργειες» αναφέρει η κ. Έλενα Πέτσιου Διευθύντρια Παθολόγος – Διαβητολόγος του Metropolitan Hospital και συνεχίζει: «Έχει φανεί ότι οι ασθενείς που πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη, οι οποίοι συνήθως δυσκολεύονται να μειώσουν την ημερήσια θερμιδική τους πρόσληψη, είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν συμπληρώματα και φυτικά προϊόντα, που υπόσχονται απώλεια βάρους και ευεργετικές μεταβολικές επιδράσεις. Ένα από αυτά είναι και το ξύδι».
Έλενα Πέτσιου Διευθύντρια Παθολόγος – Διαβητολόγος του Metropolitan Hospital.
Ξίδι, μια γευστική συνήθεια που πιθανόν γιατρεύει
Η κατανάλωση ξιδιού μαζί τα γεύματα χρησιμοποιήθηκε για την θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη, πριν την ανακάλυψη των αντιδιαβητικών φαρμάκων. Τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τις επιδράσεις του ξιδιού στο μεταβολισμό γλυκόζης, καθώς και στην παχυσαρκία. Το βασικό συστατικό του ξιδιού είναι το οξικό οξύ, που του δίνει ξινή γεύση. Επίσης περιέχει άλλα οργανικά οξέα, όπως φορμικό, γαλακτικό και ταρταρικό οξύ, αμινοξέα, πεπτίδια, βιταμίνες, μεταλλικά άλατα και πολυφαινόλες (κατεχίνες).
Αρκετές μικρές κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση ξιδιού πριν το γεύμα (οξεία πρόσληψη), μειώνει τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, με προδιαβήτη, καθώς και στα υγιή άτομα. Η μοναδική μελέτη που υπάρχει στη βιβλιογραφία και η οποία αφορά άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, σχεδιάστηκε από Έλληνες ερευνητές, με τη βοήθεια του Τεχνητού Παγκρέατος, που επιτρέπει τη συνεχή μέτρηση και καταγραφή της γλυκόζης.
Στην εν λόγω μελέτη, η κατανάλωση μιας δόσης 30 ml ξιδιού, πριν από την έναρξη μεικτού γεύματος, μείωσε τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης κατά περίπου 20% σε 10 άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1.
Ωστόσο, υπάρχουν λίγες μελέτες οι οποίες δεν ανέδειξαν αυτή την ευεργετική επίδραση στον μεταβολισμό της γλυκόζης. Μερικοί από τους παράγοντες στους οποίους θα μπορούσε να αποδοθεί αυτή η ασυμφωνία είναι η δόση του ξιδιού, η οξύτητα, η ώρα λήψης σε σχέση με το γεύμα, η μορφή των υδατανθράκων στο χορηγούμενο γεύμα (μονοσακχαρίτες ή σύνθετοι υδατάνθρακες), ο γλυκαιμικός δείκτης του γεύματος και τέλος τα επίπεδα ινσουλινικής έκκρισης και υπολειπόμενης παγκρεατικής έκκρισης των συμμετεχόντων.
Όσον αφορά μελέτες μεγάλης διάρκειας (χρόνια πρόσληψη), δημοσιεύτηκε μια μετανάλυση τριών μικρών μελετών διάρκειας 8-12 εβδομάδων, η οποία ανέδειξε ότι σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη η κατανάλωση ξιδιού, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (ΗBA1c) κατά 0,14%. Λίγο αλλά στατιστικά σημαντικό, οπότε πιθανόν η πιο μακροχρόνια χρήση του να συνδέεται με μεγαλύτερες μειώσεις της HBA1c.
Πώς το «ταπεινό» ξιδι μεταβολίζει τη γλυκόζη
Πιθανοί μηχανισμοί δράσης του ξυδιού στο μεταβολισμό γλυκόζης είναι:
- Η καθυστέρηση της γαστρικής κένωσης
- Η μείωση της απορρόφησης των υδατανθράκων από το έντερο
- Η μείωση της ηπατικής παραγωγής γλυκόζης
- Η αύξηση της κατανάλωσης γλυκόζης από το σκελετικό μυ.
«Και επειδή δεν γίνεται να μιλάμε για σακχαρώδη διαβήτη και να μην ασχοληθούμε με το σωματικό βάρος υπάρχουν μελέτες που αναδεικνύουν ευεργετική επίδραση στη μείωση σωματικού βάρους σε πειραματόζωα και με βάση τα πορίσματα των μελετών αυτών, Ιάπωνες ερευνητές σχεδίασαν μια διπλά «τυφλή» μελέτη, ελέγχου με εικονικό φάρμακο, για να διερευνήσουν την επίδραση της πρόσληψης ξιδιού στη σωματική λιπώδη μάζα, 155 παχύσαρκων Ιαπώνων, οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν εικονικό φάρμακο ή 15 ml μηλόξιδου ημερησίως ή 30 ml μηλόξιδου ημερησίως για μια περίοδο 12 εβδομάδων» σημειώνει η κ. Πέτσιου.
Τα αποτελέσματα έδειξαν και στις δύο ομάδες που έλαβαν ξίδι, μείωση του σωματικού βάρους, της σωματικής λιπώδους μάζας, της περιμέτρου μέσης και του δείκτη μάζας σώματος, ήδη από την τέταρτη εβδομάδα με δοσο-εξαρτώμενο τρόπο. Η μείωση που παρατηρήθηκε δεν ήταν πολύ μεγάλη (1-2 κιλά σωματικού βάρους και 0,4-0,7 μονάδες μείωση του δείκτη μάζας σώματος), αλλά επαρκής ώστε να ωφελήσει τον μέσο παχύσαρκο Ιάπωνα (δείκτης μάζας σώματος: 25- 30 kg/m2), που τείνει να πάσχει από ασθένειες σχετιζόμενες με την παχυσαρκία.
Κατά ενδιαφέροντα τρόπο, το σωματικό βάρος, η περίμετρος μέσης και ο δείκτης μάζας σώματος επέστρεψαν στις αρχικές τους τιμές, τέσσερεις εβδομάδες μετά από την διακοπή της χορήγησης ξιδιού, γεγονός που υποδηλώνει ότι πιθανόν είναι απαραίτητη η συνεχής χορήγηση για να διατηρηθούν οι ευεργετικές επιδράσεις του ξυδιού κατά της παχυσαρκίας. Αυτή η μελέτη είναι και η μοναδική σε ανθρώπους.
«Συμπερασματικά, υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που υποστηρίζουν την ευεργετική επίδραση του ξιδιού στην υπεργλυκαιμία και την παχυσαρκία, αλλά είναι λίγα. Λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι το ξίδι είναι ένα ασφαλές προϊόν, ευρέως διαθέσιμο και οικονομικά προσιτό, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως συμπλήρωμα στο κάθε γεύμα (π.χ. προσθήκη δύο κουταλιών της σούπας στην σαλάτα) από τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη και/ή αυξημένο σωματικό βάρος για τη βελτίωση κυρίως των μεταγευματικών τιμών γλυκόζης. Περαιτέρω μεγάλες, καλά σχεδιασμένες μελέτες απαιτούνται για τη διερεύνηση της κατανάλωσης ξιδιού» καταλήγει η κ. Πέτσιου.