Σε μια δευτερεύουσα ανάλυση μιας κλινικής δοκιμής, μια παρέμβαση άσκησης έκανε τους συμμετέχοντες να κάψουν περισσότερες θερμίδες και να αυξήσουν την ημερήσια συνολική ενεργειακή τους δαπάνη, αλλά αυτό το αποτέλεσμα παρατηρήθηκε μόνο στους μισούς.
Εξετάστηκε η αντιστάθμιση ενέργειας που σχετίζεται με την άσκηση, ένα φαινόμενο κατά το οποίο η άσκηση δεν αυξάνει τη συνολική ημερήσια δαπάνη ενέργειας όσο αναμένεται σε σχέση με την προβλεπόμενη.
Η μελέτη περιέλαβε 29 συμμετέχοντες (μέσος όρος ηλικίας 48 ετών, 20 γυναίκες, 9 άνδρες) εκ των οποίων κάποιοι ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Σε αυτή τη δευτερεύουσα ανάλυση μιας τυχαιοποιημένης ελεγχόμενης δοκιμής 24 εβδομάδων, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα είχε στόχο να κάψει 8 θερμίδες ανά κιλό σωματικού βάρους την εβδομάδα μέσω άσκησης (8KKW) και η άλλη ομάδα στόχευε να κάψει 20 θερμίδες ανά κιλό σωματικού βάρους την εβδομάδα μέσω άσκησης (20KKW). Οι ασκήσεις γίνονταν υπό επίβλεψη σε διάδρομο ή σταθερό ποδήλατο.
Δύο εβδομάδες πριν από την έναρξη και ξανά κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων της μελέτης, μετρήθηκε η συνολική ενεργειακή δαπάνη των συμμετεχόντων με τη μέθοδο του διπλά επισημασμένου νερού (DLW). Χρησιμοποιώντας αυτά τα στοιχεία έγινε η σύγκριση μεταξύ της πραγματικής επίδρασης της άσκησης και της προβλεπόμενης στη συνολική ενεργειακή δαπάνη.
Κατά την έναρξη και την εβδομάδα 24, οι συμμετέχοντες παρέμειναν σε ένα μεταβολικό θάλαμο από τις 8:00 π.μ. έως τις 7:00 π.μ. της επόμενης μέρας, γεγονός που επέτρεψε τις εκτιμήσεις της 24ωρης ημερήσιας ενεργειακής δαπάνης και του βασικού μεταβολισμού.
Η άσκηση αύξησε τη συνολική ενεργειακή δαπάνη των συμμετεχόντων. Ωστόσο, 14 συμμετέχοντες (48%) ταξινομήθηκαν ως αντισταθμιστές, οι οποίοι, κατά μέσο όρο, έκαιγαν 308 λιγότερες θερμίδες την ημέρα από ό,τι αναμενόταν. Αντίθετα, οι 15 μη αντισταθμιστές έκαιγαν 94 θερμίδες την ημέρα περισσότερο από το προβλεπόμενο. Πιο αναλυτικά, οι αντισταθμιστές έκαιγαν 308 ± 158 θερμίδες ημερησίως λιγότερες από το προβλεπόμενο ενώ οι μη αντισταθμιστές ξόδευαν 94 ± 124 θερμίδες την ημέρα περισσότερες από το προβλεπόμενο,

Μεταβλητότητα στην αντιστάθμιση ενέργειας που σχετίζεται με την άσκηση. Αντιστάθμιση ενέργειας που σχετίζεται με την άσκηση (ExEC) εκφρασμένη ως απόλυτο μέγεθος (θερμίδες την ημέρα). Αντισταθμιστές θεωρήθηκαν αυτοί που έκαιγαν αρκετά λιγότερες θερμίδες (πάνω από το 5% αντιστάθμιση).
Η υιοθέτηση μιας τακτικής σωματικής δραστηριότητας συνιστάται εδώ και καιρό ως στρατηγική πρώτης γραμμής για την επίτευξη ή τη διατήρηση χαμηλότερου σωματικού βάρους. Ωστόσο, έρευνες δεκαετιών δείχνουν ότι για πολλούς ανθρώπους, η άσκηση από μόνη της δεν οδηγεί σε σημαντική απώλεια βάρους.
Σε μια μετα-ανάλυση 149 κλινικών δοκιμών του 2021, τα προγράμματα άσκησης (που συχνά που περιελάμβαναν 150-200 λεπτά την εβδομάδα) οδήγησαν τους συμμετέχοντες που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι να χάσουν κατά μέσο όρο από 1,5 έως 3,5 κιλά. Στην τρέχουσα δοκιμή, οι συμμετέχοντες έχασαν μόνο 1,2 κιλά με άσκηση, κατά μέσο όρο, αν και υπήρχε μεγάλη μεταβλητότητα από άτομο σε άτομο: οι αλλαγές του σωματικού βάρους κυμαίνονταν από 9,8 κιλά απώλεια έως 7,5 κιλά κέρδος.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι που προσπαθούν να χάσουν βάρος δεν πρέπει να ασχολούνται με τη σωματική δραστηριότητα. Η άσκηση μπορεί να είναι χρήσιμο εργαλείο για τη διαχείριση βάρους. Αλλά πρέπει να διερευνηθεί γιατί η άσκηση από μόνη της δεν έχει ικανοποιητική επίδραση στην απώλεια βάρους για όλα τα άτομα. Η άσκηση δεν καίει τόσες θερμίδες όσο πιστευόταν προηγουμένως, λόγω της αντιστάθμισης. Όταν καίγονται περισσότερες θερμίδες μέσω της σωματικής δραστηριότητας, το σώμα καίει λιγότερες θερμίδες μέσω άλλων συστατικών του μεταβολισμού, με αποτέλεσμα η συνολική ενεργειακή δαπάνη να αυξάνεται λιγότερο από το αναμενόμενο.
Ένας αυξανόμενος όγκος έρευνας είναι συνεπής με αυτό το μοντέλο περιορισμένης ενέργειας.
Μια μελέτη του 2019 εξέτασε την αντιστάθμιση ενέργειας σε έξι αθλητές που έτρεχαν σχεδόν καθημερινά ως μέρος ενός αγώνα 3.080 μιλίων στις ΗΠΑ. Στην αρχή του αγώνα, η ενεργειακή δαπάνη αυξήθηκε όπως είχε προβλεφθεί -κατά περίπου 4.000 θερμίδες την ημέρα- αλλά μέχρι το τέλος του αγώνα των 20 εβδομάδων, η ενεργειακή δαπάνη είχε προσαρμοστεί με τους αθλητές να καίνε περίπου 600 λιγότερες θερμίδες από τις αναμενόμενες (από 219 έως 793).
Σε μια μελέτη, κάθε 100 θερμίδες που καίγονταν μέσω άσκησης συσχετίστηκαν με 28 λιγότερες θερμίδες που καίγονταν μέσω του βασικού μεταβολισμού, που σημαίνει ότι η άσκηση φαινόταν να αυξάνει την ενεργειακή δαπάνη κατά περίπου 72% της αναμενόμενης.
Η παρούσα μελέτη δεν επιβεβαίωσε ότι η μείωση του μεταβολισμού ήταν υπεύθυνη για την αντιστάθμιση της ενέργειας που σχετίζεται με την άσκηση. Δεν υπήρχε μετρήσιμη διαφορά μεταξύ αντισταθμιστών και μη αντισταθμιστών για αλλαγές στο βασικό μεταβολισμό ή στη δαπάνη των θερμίδων κατά τον ύπνο τους. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η αντιστάθμιση ουσιαστικά συνεπάγεται μείωση των θερμίδων που καίγονται κατά τη διάρκεια της ίδιας της σωματικής δραστηριότητας, και όχι κατά την ανάπαυση.
Η αυξημένη απόδοση της άσκησης φαίνεται εύλογη, δεδομένου ότι η άσκηση μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία των μιτοχονδρίων, μειώνοντας πιθανώς τις ενεργειακές απαιτήσεις κατά τη διάρκεια της δραστηριότητας. Ωστόσο, επί του παρόντος λείπουν οι αποδείξεις αυτού του μηχανισμού. Είναι επίσης πιθανό η άσκηση να μειώνει το βασικό μεταβολισμό μόνο τις ημέρες που εκτελείται η άσκηση. Απαιτείται περισσότερη έρευνα για να διερευνηθούν αυτές οι πιθανότητες.
Τέλος, είναι πιθανό σε ορισμένες περιπτώσεις η φαινομενική αντιστάθμιση ενέργειας που παρατηρείται να είναι αποτέλεσμα λάθους μέτρησης (για παράδειγμα, οι αλλαγές στην πρόσληψη υδατανθράκων και λίπους μπορεί να εμφανίσουν αλλαγές στην ενεργειακή δαπάνη που μετράται μέσω της διπλής επισήμανσης νερού χωρίς να συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Σημειώστε ότι η τρέχουσα μελέτη βρήκε ότι η αντιστάθμιση δεν ήταν καθοριστική για το σωματικό βάρος των συμμετεχόντων. Οι μη αντισταθμιστές έχασαν κατά μέσο όρο 0,86 κιλά κατά τη διάρκεια της μελέτης. Οι αντισταθμιστές, αντίθετα, έχασαν 1,4 κιλά. Ομοίως, δεν υπήρχε συσχέτιση μεταξύ του βαθμού αντιστάθμισης ενέργειας και της αλλαγής βάρους. Με άλλα λόγια, όταν πρόκειται για τις επιπτώσεις της άσκησης στο σωματικό βάρος, παράγοντες πέρα από την ενεργειακή δαπάνη είναι οι βασικοί μεσολαβητές.
Αυτό οδηγεί άμεσα σε αυτό που μπορεί να είναι στην πραγματικότητα ο κύριος λόγος για τον οποίο η άσκηση δεν παράγει σταθερά σημαντική απώλεια βάρους: μια ταυτόχρονη αύξηση στην πρόσληψη θερμίδων μπορεί εύκολα να αποτρέψει την απώλεια βάρους που θα προέκυπτε διαφορετικά. Μια προηγούμενη ανάλυση ανέφερε ότι οι συμμετέχοντες έτειναν να αυξάνουν την πρόσληψη θερμίδων τους αφού ξεκίνησαν το πρόγραμμα άσκησης. Αυτό εξηγεί γιατί ορισμένοι κέρδισαν έως 7,5 κιλά, παρά την περισσότερη άσκηση.
Η μελέτη προσθέτει σε ένα σύνολο στοιχείων που δείχνουν ότι για να εξασφαλιστούν καλύτερα αποτελέσματα, οι προσπάθειες απώλειας βάρους μέσω της άσκησης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μαζί με άλλες μεταβλητές της διαχείρισης βάρους, όπως η διατροφή, ο ύπνος και η ψυχική υγεία.